C και η εντολή If
Λογικοί έλεγχοι στη C γίνονται με την εντολή if η οποία καλείται εντολή διακλάδωσης, γιατί δημιουργεί ένα σημείο διασταύρωσης, από το οποίο το πρόγραμμα έχει να διαλέξει μεταξύ δύο δυνατών κατευθύνσεων που μπορεί να ακολουθήσει.
Η γενική μορφή (σύνταξη) της εντολής if είναι η εξής:
if (έκφραση)
πρόταση
Εάν η έκφραση είναι αληθής (δηλ. όχι μηδέν), τότε εκτελείται η πρόταση. Αλλιώς, αγνοείται. Η πρόταση μπορεί να είναι μια απλή πρόταση ή μια σύνθετη πρόταση.
C και η εντολή If: Η C δίνει επίσης την δυνατότητα επιλογής μεταξύ δύο προτάσεων με την χρήση της δομής if else. Αν η έκφραση είναι αληθής, τότε εκτελείται ό,τι ακολουθεί την if, αλλιώς εκτελείται ό,τι ακολουθεί την else.
Η γενική μορφή (σύνταξη) της εντολής if else είναι η εξής :
if (έκφραση)
πρόταση1
else
πρόταση2
Ένα else συνδυάζεται με το πιο κοντινό του if, εκτός κι αν υπάρχουν αγκύλες, που δηλώνουν κάτι άλλο. Υπάρχει η δυνατότητα να χρησιμοποιήσουμε και την εντολή else if, ως εξής :
if (έκφραση1)
πρόταση1
else if (έκφραση2)
πρόταση2
else
πρόταση3
Αν η έκφραση1 είναι αληθής, τότε εκτελείται η πρόταση1. Αν η έκφραση1 είναι ψευδής, αλλά η έκφραση2 είναι αληθής, τότε εκτελείται η πρόταση2. Τέλος, αν και οι δύο εκφράσεις είναι ψευδείς, τότε εκτελείται η πρόταση3.
#include <stdio.h> int main (){ int a = 100; /* check the boolean condition */ if( a == 10 ) { /* if condition is true then print the following */ printf("Value of a is 10n" ); } else if( a == 20 ) { /* if else if condition is true */ printf("Value of a is 20n" ); } else if( a == 30 ) { /* if else if condition is true */ printf("Value of a is 30n" ); } else { /* if none of the conditions is true */ printf("None of the values is matchingn" ); } printf("Exact value of a is: %dn", a ); return 0; }